Η επίσημη ονομασία του “παγωμένου ώμου” είναι “συμφυσιακή θυλακίτιδα” (adhesive capsulitis) και πρόκειται για ένα σύνδρομο του οποίου η παθογένεση είναι άγνωστη. Απλώς γνωρίζουμε στατιστικά ότι συνήθως εμφανίζεται σε γυναίκες μέσης ηλικίας και η πρόγνωσή του είναι καλή. Πρόκειται για μια αυθόρμητη συρρίκνωση του αρθρικού θύλακα στον ώμο. Ξαφνικά και αναιτιολόγητα η κίνηση του ώμου μειώνεται μέρα με την μέρα ενώ συνήθως αυτή η συρρίκνωση συνοδεύεται από έντονο πόνο.
Όταν ο ασθενής επισκέπτεται τον γιατρό είναι συνήθως σε οικτρή κατάσταση – οι περισσότεροι δηλώνουν ότι έχουν παραμείνει άυπνοι για ημέρες ή και εβδομάδες.
Σε κλινική εξέταση είναι εύκολη η διαπίστωση της μείωσης στο εύρος κίνησης που είναι και παθογνωμική. Η μαγνητική τομογραφία δεν ενδείκνυται σε αυτή την περίπτωση – οι εξετάσεις που συχνά ασθενείς έχουν ήδη κάνει και τις φέρνουν μαζί είναι αρνητικές για παθολογικά ευρήματα.
Η θεραπεία του παγωμένου ώμου είναι καθαρά υποστηρικτική. Γνωρίζουμε ότι την φάση του “παγώματος” (freezing) ακολουθεί πάντα η φάση της “απόψυξης” (thawing). Δυστυχώς δεν μπορούμε ωστόσο να προβλέψουμε το χρονικό σημείο που θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Η διάρκεια του παγωμένου ώμου μπορεί να είναι παρατεταμένη, ακόμα και έως ένα χρόνο – αν και ο μέσος όρος είναι 3-6 μήνες.
Η υποστηρικτική αγωγή που χρησιμοποιούμε είναι εγχύσεις κορτικοστεροειδών (τόσο στον γληνοβραχιόνιο όσο και στον υπακρωμιακό χώρο) και φυσικοθεραπευτική αγωγή η οποία ωστόσο πρέπει να είναι σωστά δομημένη – χωρίς βίαιες προσπάθειες παθητικής κινητοποίησης.
Σε ορισμένες περιπτώσεις στις οποίες τα συμπτώματα δεν ελέγχονται με συντηρητικά μέσα, προχωρούμε σε αρθροσκοπικό καθαρισμό της άρθρωσης με διατομές ή και μερική αφαίρεση του αρθρικού θύλακα (capsular release / synovectomy).